μεθαιμοσφαιρίνη, η
methemosferi΄ni
methemoglobin
μεθιμογκλόουbιν
Ερμηνεία:
Δυσλειτουργική αιμοσφαιρίνη. Παράγεται κατά την οξείδωση του σιδήρου της αίμης της αιμοσφαιρίνης (οπότε ο σίδηρος γίνεται τρισθενής), με επακόλουθο την αδυναμία δέσμευσης οξυγόνου από την τελευταία και την πρόκληση κυάνωσης, όταν η συγκέντρωση της μεθαιμοσφαιρίνης στο αίμα υπερβαίνει τα 1.5g/dl (μεθαιμοσφαιριναιμία).
Ετυμολογία:
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
Carboxyhemoglobin and methemoglobin levels as prognostic markers in acute pulmonary embolism. Kakavas S, Papanikolaou A, Ballis E, Tatsis N, Goga C, Tatsis G.Am J Emerg Med. 2015 Apr;33(4):563-8.
Συνώνυμα:
Δείτε σχετικές φωτογραφίες της Google »
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Αιματολογία:
|